schoolαρχείο
  • Αρχικη
  • Φυλλα εργασιας - Παρουσιασεις
    • Γλώσσα >
      • Γ Δημοτικού
      • Λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας
      • Διαδραστικό βιβλίο
      • Με λογισμό και μ' όνειρο
      • Γραμματική >
        • Ρήματα
        • Ουσιαστικά
        • Επίθετα
        • Επιρρήματα
        • Άλλα μέρη του λόγου
        • Τονισμός
      • Γραπτή έκφραση
      • Συντακτικό
      • Στρατηγικές Ανάγνωσης
      • Ανθολόγιο ποίησης
      • Δημοτικό Τραγούδι
      • Βιβλιοπαρουσιάσεις
      • Κριτήρια αξιολόγησης
      • Επαναληπτικές ασκήσεις
      • Χρήσιμοι Σύνδεσμοι
    • Μαθηματικά >
      • Μαθηματικά Στ' >
        • Οι φυσικοί αριθμοί
        • Οι δεκαδικοί αριθμοί
        • Σύγκριση - διάταξη φυσικών & δεκαδικών αριθμών
        • Η διαίρεση
        • Ιδιότητες των πράξεων-παρατηρήσεις
        • Αριθμητικές παραστάσεις
        • Μαθηματικά ΣΤ' - Ασκήσεις Εμπέδωσης Κεφ. 1-8
        • Λύση προβλημάτων τεσσάρων πράξεων
        • Διαιρέτες ενός αριθμού - Μέγιστος Κοινός Διαι
        • Κριτήρια διαιρετότητας
        • Δυνάμεις
        • Κλάσματα ομώνυμα και ετερώνυμα
        • Ισοδύναμα κλάσματα
        • Πρόσθεση - αφαίρεση κλασμάτων
        • Πολλαπλασιασμός - διαίρεση κλασμάτων
        • Λόγοι - Αναλογίες
        • Ποσοστά
        • Επαναληπτικές ασκήσεις Κεφ. 1
        • Σταυρόλεξα
      • Μαθηματικά Ε' >
        • ΚΛΑΣΜΑΤΑ >
          • ΜΕΤΑΤΡΟΠΗ ΚΛΑΣΜΑΤΟΣ ΣΕ ΔΕΚΑΔΙΚΟ
        • Γεωμετρία
      • Μαθηματικά παιχνίδια
    • Γεωγραφία >
      • Η Γη ως ουράνιο σώμα
      • Ωκεανοί και θάλασσες
      • Η ατμόσφαιρα της Γης
      • Κλιματικές ζώνες - ζώνες βλάστησης
      • Γεωμορφολογικά στοιχεία
      • Ευρώπη
      • Κριτήρια αξιολόγησης Γεωγραφίας
    • Ιστορία >
      • Γενικά >
        • Γ Δημοτικού
        • Ε' Δημοτικού
        • Στ' Δημοτικού >
          • Σχεδιαγράμματα των κεφαλαίων
          • Κριτήρια Αξιολόγησης Ιστορίας
        • Ρήγας Φεραίος >
          • Η ζωή και το έργο του
          • Τα Επαναστατικά
          • Παρουσιάσεις
    • Φυσικές Επιστήμες >
      • E' δημοτικού >
        • Ο ήχος
      • ΠΡΟΣΟΜΟΙΩΣΕΙΣ
      • Ενέργεια
      • Τα φυτά
      • Τα ζώα
      • Το αναπνευστικό σύστημα
      • Κυκλοφορικό σύστημα
      • Οξέα - Βάσεις - 'Αλατα
      • Κριτήρια αξιολόγησης Φυσικής
    • Μελέτη Περιβάλλοντος
    • Εικαστικές αναζητήσεις
    • Υμηττός: το βουνό μου
    • Από την επίσκεψή μας στο ΚΠΕ Ακράτας
  • Οι εργασιες μας
  • Τάξη ενάντια στη βία, τον σχολικό εκφοβισμό και &tau
  • Τα νέα της τάξης μας
  • Το ημερολόγιο της τάξης μας
  • Έχουν ενδιαφέρον...
  • Από τις σχολικές γιορτές
  • Συνδεόμαστε με άλλα σχολεία
  • Το Blog μας
  • Blog
  • ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΕΣ

'Ελληνες ποιητές και θάλασσα

5/1/2014

1 Comment

 
Picture

Γιώργος Σεφέρης


ΤΕΤΡΑΔΙΟ ΓΥΜΝΑΣΜΑΤΩΝ /ΣΧΕΔΙΑ ΓΙΑ ΕΝΑ ΚΑΛΟΚΑΙΡΙ 
[Πάψε πια να γυρεύεις…]

Πάψε πια να γυρεύεις τη θάλασσα και των κυμάτων

τις προβιές σπρώχνοντας τα καΐκια

κάτω απ’ τον ουρανό είμαστε εμείς τα ψάρια και τα

δέντρα είναι τα φύκια..


"Γυμνοπαιδία A΄. Σαντορίνη"

Σκύψε αν μπορείς στη θάλασσα τη σκοτεινή ξεχνώντας
τον ήχο μιας φλογέρας πάνω σε πόδια γυμνά
που πάτησαν τον ύπνο σου στην άλλη ζωή τη βυθισμένη.

Γράψε αν μπορείς στο τελευταίο σου όστρακο
τη μέρα τ' όνομα τον τόπο
και ρίξε το στη θάλασσα για να βουλιάξει.

Bρεθήκαμε γυμνοί πάνω στην αλαφρόπετρα
κοιτάζοντας τ' αναδυόμενα νησιά
κοιτάζοντας τα κόκκινα νησιά να βυθίζουν
στον ύπνο τους, στον ύπνο μας.
Eδώ βρεθήκαμε γυμνοί κρατώντας
τη ζυγαριά που βάραινε κατά το μέρος
της αδικίας.

Φτέρνα της δύναμης θέληση ανίσκιωτη λογαριασμένη
αγάπη
στον ήλιο του μεσημεριού σχέδια που ωριμάζουν,
δρόμος της μοίρας με το χτύπημα της νέας παλάμης
στην ωμοπλάτη·
στον τόπο που σκορπίστηκε που δεν αντέχει
στον τόπο που ήταν κάποτε δικός μας
βουλιάζουν τα νησιά σκουριά και στάχτη.

Bωμοί γκρεμισμένοι
κι οι φίλοι ξεχασμένοι
φύλλα της φοινικιάς στη λάσπη.

Άφησε τα χέρια σου αν μπορείς, να ταξιδέψουν
εδώ στην κόχη του καιρού με το καράβι
που άγγιξε τον ορίζοντα.
Όταν ο κύβος χτύπησε την πλάκα
όταν η λόγχη χτύπησε το θώρακα
όταν το μάτι γνώρισε τον ξένο
και στέγνωσε η αγάπη
μέσα σε τρύπιες ψυχές·
όταν κοιτάζεις γύρω σου και βρίσκεις
κύκλο τα πόδια θερισμένα
κύκλο τα χέρια πεθαμένα
κύκλο τα μάτια σκοτεινά·
όταν δε μένει πια ούτε να διαλέξεις
το θάνατο που γύρευες δικό σου,
ακούγοντας μια κραυγή
ακόμη και του λύκου την κραυγή,
το δίκιο σου·
άφησε τα χέρια σου αν μπορείς να ταξιδέψουν
ξεκόλλησε απ' τον άπιστο καιρό
και βούλιαξε,
βουλιάζει όποιος σηκώνει τις μεγάλες πέτρες.



Με τον τρόπο του Γ.Σ. 


 Όπου και να ταξιδέψω η Ελλάδα με πληγώνει.

Στο Πήλιο μέσα στις καστανιές το πουκάμισο του Κενταύρου

γλιστρούσε μέσα στα φύλλα για να τυλιχτεί στο κορμί μου

καθώς ανέβαινα την ανηφόρα κι η θάλασσα μ' ακολουθούσε

ανεβαίνοντας κι αυτή σαν τον υδράργυρο θερμομέτρου

ώσπου να βρούμε τα νερά του βουνού.

Στη Σαντορίνη αγγίζοντας νησιά που βουλιάζαν

ακούγοντας να παίζει ένα σουραύλι* κάπου στις αλαφρόπετρες

μου κάρφωσε το χέρι στην κουπαστή

μια σαΐτα τιναγμένη ξαφνικά

από τα πέρατα μιας νιότης βασιλεμένης*.

Στις Μυκήνες σήκωσα τις μεγάλες πέτρες και τους θησαυρούς των Ατρειδών

και πλάγιασα μαζί τους στο ξενοδοχείο της «Ωραίας Ελένης του Μενελάου»·

χάθηκαν μόνο την αυγή που λάλησε η Κασσάντρα

μ' έναν κόκορα κρεμασμένο στο μαύρο λαιμό της.

Στις Σπέτσες στον Πόρο και στη Μύκονο

με χτίκιασαν* οι βαρκαρόλες*.

Τι θέλουν όλοι αυτοί που λένε

πως βρίσκουνται στην Αθήνα ή στον Πειραιά;

O ένας έρχεται από τη Σαλαμίνα και ρωτάει τον άλλο μήπως «έρχεται εξ Oμονοίας»

«Όχι έρχομαι εκ Συντάγματος» απαντά κι είν' ευχαριστημένος

«βρήκα το Γιάννη και με κέρασε ένα παγωτό».

Στο μεταξύ η Ελλάδα ταξιδεύει

δεν ξέρουμε τίποτε δεν ξέρουμε πως είμαστε ξέμπαρκοι* όλοι εμείς

δεν ξέρουμε την πίκρα του λιμανιού σαν ταξιδεύουν όλα τα καράβια·

περιγελάμε εκείνους που τη νιώθουν.

Παράξενος κόσμος που λέει πως βρίσκεται στην Αττική και δε βρίσκεται πουθενά·

αγοράζουν κουφέτα για να παντρευτούνε

κρατούν «σωσίτριχα»* φωτογραφίζουνται

ο άνθρωπος που είδα σήμερα καθισμένος σ' ένα φόντο με πιτσούνια και με λουλούδια

δέχουνταν το χέρι του γερο-φωτογράφου να του στρώνει τις ρυτίδες

που είχαν αφήσει στο πρόσωπό του

όλα τα πετεινά τ' ουρανού.

Στο μεταξύ η Ελλάδα ταξιδεύει ολοένα ταξιδεύει

κι αν «ορώμεν ανθούν πέλαγος Αιγαίον νεκροίς»*

είναι εκείνοι που θέλησαν να πιάσουν το μεγάλο καράβι με το κολύμπι

εκείνοι που βαρέθηκαν να περιμένουν τα καράβια που δεν μπορούν να κινήσουν

την ΕΛΣΗ τη ΣΑΜOΘΡΑΚΗ τον ΑΜΒΡΑΚΙΚO.

Σφυρίζουν τα καράβια τώρα που βραδιάζει στον Πειραιά

σφυρίζουν ολοένα σφυρίζουν μα δεν κουνιέται κανένας αργάτης*

καμιά αλυσίδα δεν έλαμψε βρεμένη στο στερνό φως που βασιλεύει

ο καπετάνιος μένει μαρμαρωμένος μες στ' άσπρα και στα χρυσά.

Όπου και να ταξιδέψω η Ελλάδα με πληγώνει·

παραπετάσματα βουνών αρχιπέλαγα γυμνοί γρανίτες…

Το καράβι που ταξιδεύει το λένε ΑΓ ΩΝΙΑ 937.

Α/π Αυλίς, περιμένοντας να ξεκινήσει.

Καλοκαίρι 1936

«Μυθιστόρημα» Δ’ ΑΡΓΟΝΑΥΤΕΣ

...
Περάσαμε κάβους πολλούς πολλά νησιά τη θάλασσα 
που φέρνει την άλλη θάλασσα, γλάρους και φώκιες. 
Δυστυχισμένες γυναίκες κάποτε με ολολυγμούς 
κλαίγανε τα χαμένα τους παιδιά 
κι άλλες αγριεμένες γύρευαν το Μεγαλέξαντρο 
και δόξες βυθισμένες στα βάθη της Ασίας. 
Αράξαμε σ' ακρογιαλιές γεμάτες αρώματα νυχτερινά 
με καλαηδίσματα πουλιών, νερά που αφήνανε στα χέρια 
τη μνήμη μιας μεγάλης ευτυχίας. 
Μα δεν τελειώναν τα ταξίδια. 
Οι ψυχές τους έγιναν ένα με τα κουπιά και τους σκαρμούς 
με το σοβαρό πρόσωπο της πλώρης 
με τ' αυλάκι του τιμονιού 
με το νερό που έσπαζε τη μορφή τους. 
Οι σύντροφοι τέλειωσαν με τη σειρά, 
με χαμηλωμένα μάτια. Τα κουπιά τους 
δείχνουν το μέρος που κοιμούνται στ' ακρογιάλι. 
 

Κανείς δεν τους θυμάται. Δικαιοσύνη. 

 

H´

Μὰ τί γυρεύουν οἱ ψυχές μας ταξιδεύοντας

πάνω σὲ καταστρώματα κατελυμένων καραβιῶν

στριμωγμένες μὲ γυναῖκες κίτρινες καὶ μωρὰ ποὺ κλαῖνε

χωρὶς νὰ μποροῦν νὰ ξεχαστοῦν οὔτε μὲ τὰ χελιδονόψαρα

οὔτε μὲ τ᾿ ἄστρα ποὺ δηλώνουν στὴν ἄκρη τὰ κατάρτια.

Τριμμένες ἀπὸ τοὺς δίσκους τῶν φωνογράφων

δεμένες ἄθελα μ᾿ ἀνύπαρχτα προσκυνήματα

μουρμουρίζοντας σπασμένες σκέψεις ἀπὸ ξένες γλῶσσες.

Μὰ τί γυρεύουν οἱ ψυχές μας ταξιδεύοντας

πάνω στὰ σαπισμένα θαλάσσια ξύλα

ἀπὸ λιμάνι σὲ λιμάνι;

Μετακινώντας τσακισμένες πέτρες, ἀνασαίνοντας

τὴ δροσιὰ τοῦ πεύκου πιὸ δύσκολα κάθε μέρα,

κολυμπώντας στὰ νερὰ τούτης τῆς θάλασσας

κι ἐκείνης τῆς θάλασσας,

χωρὶς ἁφὴ

χωρὶς ἀνθρώπους

μέσα σε μία πατρίδα ποὺ δὲν εἶναι πιὰ δική μας

οὔτε δική σας.

Τὸ ξέραμε πὼς ἦταν ὡραῖα τὰ νησιὰ

κάπου ἐδῶ τριγύρω ποὺ ψηλαφοῦμε

λίγο πιὸ χαμηλὰ ἢ λίγο πιὸ ψηλὰ

ἕνα ἐλάχιστο διάστημα.

ΙΒ´

Μποτίλια στ
ὸ πέλαγο

Τρεῖς βράχοι λίγα καμένα πεῦκα κι ἕνα ρημοκλήσι

καὶ παραπάνω

τὸ ἴδιο τοπίο ἀντιγραμμένο ξαναρχίζει

τρεῖς βράχοι σὲ σχῆμα πύλης, σκουριασμένοι

λίγα καμένα πεῦκα, μαῦρα καὶ κίτρινα

κι ἕνα τετράγωνο σπιτάκι θαμμένο στὸν ἀσβέστη

καὶ παραπάνω ἀκόμη πολλὲς φορὲς

τὸ ἴδιο τοπίο ξαναρχίζει κλιμακωτὰ

ὡς τὸν ὁρίζοντα ὡς τὸν οὐρανὸ ποὺ βασιλεύει.

Ἐδῶ ἀράξαμε τὸ καράβι νὰ ματίσουμε τὰ σπασμένα κουπιά,

νὰ πιοῦμε νερὸ καὶ νὰ κοιμηθοῦμε.

Ἡ θάλασσα ποὺ μᾶς πίκρανε εἶναι βαθιὰ κι ἀνεξερεύνητη

καὶ ξεδιπλώνει μίαν ἀπέραντη γαλήνη.

Ἐδῶ μέσα στὰ βότσαλα βρήκαμε ἕνα νόμισμα

καὶ τὸ παίξαμε στὰ ζάρια.

Τὸ κέρδισε ὁ μικρότερος καὶ χάθηκε.

Ξαναμπαρκάραμε μὲ τὰ σπασμένα μας κουπιά.

ΚΔ´

Ἐδῶ τελειώνουν τὰ ἔργα τῆς θάλασσας, τὰ ἔργα τῆς ἀγάπης.

Ἐκεῖνοι ποὺ κάποτε θὰ ζήσουν ἐδῶ ποὺ τελειώνουμε

ἂν τύχει καὶ μαυρίσει στὴ μνήμη τους τὸ αἷμα καὶ ξεχειλίσει

ἂς μὴ μᾶς ξεχάσουν, τὶς ἀδύναμες ψυχὲς μέσα στ᾿ ἀσφοδίλια,

ἂς γυρίσουν πρὸς τὸ ἔρεβος τὰ κεφάλια τῶν θυμάτων:

Ἐμεῖς ποὺ τίποτε δὲν εἴχαμε θὰ τοὺς διδάξουμε τὴ γαλήνη.

Δεκέμβρης 1933 - Δεκέμβρης 1934

Ο Στράτης Θαλασσινός στη Νεκρή Θάλασσα Είμαστε όλοι καθώς η Νεκρή θάλασσα

πολλές οργιές κάτω απ' την επιφάνεια του Αιγαίου.

Έλα μαζί μου να σου δείξω το τοπίο:

Στη Νεκρή θάλασσα

δεν είναι ψάρια

δεν είναι φύκια

μήτε αχινοί

δεν έχει ζωή.

Δεν είναι ζωντανά

που έχουν στομάχι

για να πεινούν

που θρέφουν νεύρα

για να πονούν,

THIS IS THE PLACE, GENTLEMEN!

Στη Νεκρή θάλασσα

η καταφρόνια

είναι η πραμάτεια

του κανενού,

όξω απ' το νου.

Καρδιά και στόχαση

πήζουν στ' αλάτι

που είναι πικρό

σμίγουν τον κόσμο

τον ορυχτό,

THIS IS THE PLACE, GENTLEMEN!

Στη Νεκρή θάλασσα

οχτρούς και φίλους

παιδιά, γυναίκα

και συγγενείς,

αεί να τους βρεις.

Είναι στα Γόμορρα

κάτω στον πάτο

πολύ ευτυχείς

που δεν προσμένουν

καμιά γραφή.

GENTLEMEN,

 συνεχίζουμε την περιοδεία μας

πολλές οργιές κάτω απ' την επιφάνεια του Αιγαίου.


 Ιούλιος '42

 (Από το «Ημερολόγιο καταστρώματος Β΄», 1944)

Picture

Οδυσσέας Ελύτης

ΑΞΙΟΝ ΕΣΤΙ
(Γένεσις) 
.....
 ΑΛΛΑ ΠΡΙΝ ακούσω αγέρα η μουσική

που κινούσα σε ξάγναντο να βγω

(μιαν απέραντη κόκκινη άμμο ανέβαινα

με τη φτέρνα μου σβήνοντας την Ιστορία)

πάλευα τα σεντόνια

 Ήταν αυτό που γύρευα

και αθώο και ριγηλό σαν αμπελώνας

και βαθύ και αχάραγο σαν η άλλη όψη τ' ουρανού

Κάτι λίγο ψυχής μέσα στην άργιλο

Τότε είπε και γεννήθηκεν η θάλασσα

Και είδα και θαύμασα

Και στη μέση της έσπειρε κόσμους μικρούς κατ' εικόνα

και ομοίωσή μου:

Ίπποι πέτρινοι με τη χαίτη ορθή

και γαλήνιοι αμφορείς

και λοξές δελφινιών ράχες

η Ίος η Σίκινος η Σέριφος η Μήλος

....

Αυτός ο κόσμος ο μικρός, ο μέγας!



ΔΟΞΑΣΤΙΚΟΝ

......

ΑΞΙΟΝ ΕΣΤΙ το φως και η πρώτη

χαραγμένη στην πέτρα ευχή του ανθρώπου 

η αλκή μες στο ζώο που οδηγεί τον ήλιο

το φυτό που κελάηδησε και βγήκε η μέρα    

Η στεριά που βουτά και υψώνει αυχένα

ένα λίθινο άλογο που ιππεύει ο πόντος

οι μικρές κυανές φωνές μυριάδες

η μεγάλη λευκή κεφαλή Ποσειδώνος


ΟΙ ΣΗΜΑΝΤΟΡΕΣ ΑΝΕΜΟΙ που ιερουργούνε

που σηκώνουν το πέλαγος σαν Θεοτόκο

που φυσούν και ανάβουνε τα πορτοκάλια

που σφυρίζουν στα όρη κι έρχονται.

Οι αγένειοι δόκιμοι της τρικυμίας

οι δρομείς που διάνυσαν τα ουράνια μίλια

οι Ερμήδες με το μυτερό σκιάδι

και του μαύρου καπνού το κηρύκειο

Ο Μαΐστρος, ο Λεβάντες, ο Γαρμπής

ο Πουνέντες, ο Γραίγος, ο Σιρόκος

η Τραμουντάνα, η Όστρια

....

ΤΑ ΝΗΣΙΑ με το μίνιο και με το φούμο

τα νησιά με το σπόνδυλο κάποιανου Δία

τα νησιά με τους έρημους ταρσανάδες

τα νησιά με τα πόσιμα γαλάζια ηφαίστεια


Στο μελτέμι τα ορτσάροντας με κόντρα-φλόκο

Στον γαρμπή τ' αρμενίζοντας πόντζα – λαμπάντα 

έως όλο το μάκρος τους τ' αφρισμένα

με λιτρίδια μαβιά και με ηλιοτρόπια


Η Σίφνος, η Αμοργός, η Αλόννησος

η Θάσος, η Ιθάκη, η Σαντορίνη

η Κως, η Ίος, η Σίκινος


Picture

Νικηφόρος Βρεττάκος

ΠΡΟΣΚΛΗΤΗΡΙΟ 

 Κοιτάχτε αυτή τη θάλασσα, που δίχως
ακτή λαμποκοπά. Κι αυτού του δέντρου
το λύγισμα. Με πόση εμπιστοσύνη
που κρέμεται στον άνεμο! Κοιτάχτε
τα ράμφη των πουλιών που ακινητούνε
το μεσημέρι, τους σχισμένους βράχους.

Ασύγκριτη είναι η μέρα που απ' το βάθος
με κυκλικές ψηλώνει παρελάσεις
κι απέραντος ο κόσμος! Σηκωθείτε,
Η θάλασσα ανεβαίνει στην αυλή μας
κι οι ορίζοντες χτυπούν τις πόρτες μας!

Πάνω απ' το δροσερό κι ήσυχο κύμα
ξαναγυρίζει η άνοιξη! Τ' αγέρι
πηδά απ' της χαραυγής τη ρόδινη άχνα
σ' όλη τη γη! Τα μέτωπα αναπνέουν
κι ανθίζουν τα χαμόγελα που πλέκουν
το μέλλον της ζωής! Αγαπηθείτε!...

Γιατί, αδερφοί, να κάνουμε τις νύχτες
στοχαστικές, τις μέρες να βαραίνουν
απ' τη μελαγχολία τους, τραβηγμένες
στων θαλασσών τις άκρες; Τι στοιχίζει
στ' αηδόνι το τραγούδι κι η ευγένεια
στην πρωινή βροχή; Αγαπηθείτε!..

Ας κλείσουμε κι εμείς τον προορισμό μας
καθώς αυτός ο ήλιος εκεί πάνω.
Ας φεύγουμε ανεβαίνοντας και, τέλος,
ας κάμψουμε τα σύνορα του κόσμου,
καθώς εκείνος, μ' αναμμένα ρόδα!

Picture

Νίκος Καββαδίας

ΤΟ ΚΑΡΑΝΤΙ

Μπάσες στεριές ήλιος πυρρός και φοινικιές
ένα πουλί που ακροβατεί στα παταράτσα
γνέφουνε δυο στιγματισμένα μαύρα μπράτσα
που αρρώστιες τα 'χουνε τσακίσει τροπικές

Παντιέρα κίτρινη σινιάλο του νερού
φούντο τις δυο και πρίμα βρέξε το πινέλο
τα δυο φανάρια της νυκτός κι ο Πιζανέλο
ξεθωριασμένος απ' το κύμα του καιρού

Το καραντί το καραντί θα μας μπατάρει
σάπια βρεχάμενα τσιμέντο και σκουριά
από νωρίς δεξιά στη μάσκα την πλωριά
κοιμήθηκεν ο καρχαρίας που πιλοτάρει

Όρντινα δίνει ο παπαγάλος στον ιστό
όπως και τότε απ' του Κολόμπου την κουκέτα
χρόνια προσμένω να τυλίξεις την μπαρκέτα
χρόνια προσμένω τη στεριά να ζαλιστώ

Φωτιές ανάβουνε στην άμμο ιθαγενείς
κι αχός μας φτάνει καθώς παίζουν τα όργανά τους
της θάλασσας κατανικώντας τους θανάτους
στην ανεμόσκαλα σε θέλω να φανείς

Φύκια μπλεγμένα στα μαλλιά στο στόμα φύκια
έτσι ως κοιμήθηκες για πάντα στα βαθιά
κατάστιχτη πελεκημένη απο σπαθιά
διπλά φορώντας των Ίνκας τα σκουλαρίκια

Το καραντί το καραντί θα μας μπατάρει
σάπια βρεχάμενα τσιμέντο και σκουριά
από νωρίς δεξιά στη μάσκα την πλωριά
κοιμήθηκεν ο καρχαρίας που πιλοτάρει

ΦΑΤΑ ΜΟΡΓΚΑΝΑ

Θα μεταλάβω με νερό θαλασσινό
στάλα τη στάλα συναγμένο απ’ το κορμί σου
σε τάσι αρχαίο, μπακιρένιο αλγερινό, 
που κοινωνούσαν πειρατές πριν πολεμήσουν.

Πανί δερμάτινο, αλειμμένο με κερί, 
οσμή από κέδρο, από λιβάνι, από βερνίκι, 
όπως μυρίζει αμπάρι σε παλιό σκαρί
χτισμένο τότε στον Ευφράτη στη Φοινίκη. 

Σκουριά πυρόχρωμη στις μίνες του Σινά.
Οι κάβες της Γερακινής και το Στρατόνι.
Το επίχρισμα. Η άγια σκουριά που μας γεννά, 
Μας τρέφει, τρέφεται από μας, και μας σκοτώνει. 

Πούθ’ έρχεσαι; Απ’ τη Βαβυλώνα.
Πού πας; Στο μάτι του κυκλώνα.
Ποιαν αγαπάς; Κάποια τσιγγάνα.
Πώς τη λένε; Φάτα Μοργκάνα.

1 Comment
οτι να ναι
5/13/2014 01:22:03 am

κυρια ειναι πολυ ωραια τα τραγουδια αμς

Reply



Leave a Reply.

    Schoolαρχείο

    Για πιο άμεση και γρήγορη επικοινωνία μεταξύ μας

    Αρχείο

    February 2016
    November 2015
    October 2014
    June 2014
    May 2014
    March 2014
    February 2014
    January 2014
    December 2013
    November 2013
    October 2013
    June 2013

    Κατηγορίες

    All

    RSS Feed

Powered by Create your own unique website with customizable templates.