Γιάννης ΡίτσοςΧρήσιμοι σύνδεσμοι:
|
Τρία Λιανοτράγουδα
α. Κουβέντα μ' ένα λουλούδι - Κυκλάμινο, κυκλάμινο, στου βράχου τη σκισμάδα, πού βρήκες χρώματα κι ανθείς, πού μίσχο και σαλεύεις; - Μέσα στο βράχο σύναξα το γαίμα στάλα στάλα, μαντίλι ρόδινο έπλεξα κι ήλιο μαζεύω τώρα. β. Το κυκλάμινο Μικρό πουλί τριανταφυλλί, δεμένο με κλωστίτσα, με τα σγουρά φτεράκια του στον ήλιο πεταρίζει. Κι αν το τηράξεις μια φορά θα σου χαμογελάσει κι αν το τηράξει δυο και τρεις θ' αρχίσεις το τραγούδι. γ. Πράσινη μέρα Πράσινη μέρα λιόβολη, καλή πλαγιά σπαρμένη κουδούνια και βελάσματα, μυρτιές και παπαρούνες. Η κόρη πλέκει τα προικιά κι ο νιος πλέκει καλάθια και τα τραγιά γιαλό γιαλό βοσκάνε τ' άσπρο αλάτι. Λιανατράγουδα λέγονται τα δημοτικά τραγούδια της αγάπης, τα δίστιχα ή στιχάκια. όπως τα λέει ο λαός. Και είναι αληθινά πολύ εκφραστικά και πολύ όμορφα με την απλότητα, τη συντομία και τη χάρη στην έκφρασή τους και το πηγαίο τους αίσθημα. Ειρήνη Τ’ όνειρο του παιδιού είναι η ειρήνη Τ’ όνειρο της μάνας είναι η ειρήνη Τα λόγια της αγάπης κάτω απ’ τα δέντρα είναι η ειρήνη. Ο πατέρας που γυρνάει τ’ απόβραδο μ’ ένα φαρδύ χαμόγελο στα μάτια μ’ ένα ζεμπίλι στα χέρια του γεμάτο φρούτα και οι σταγόνες του ιδρώτα στο μέτωπό του είναι όπως οι σταγόνες του σταμνιού που παγώνει το νερό στο παράθυρο, είναι η ειρήνη. Όταν οι ουλές απ’ τις λαβωματιές κλείνουν στο πρόσωπο του κόσμου και μες στους λάκκους που ‘ καψε η πυρκαγιά δένει τα πρώτα της μπουμπούκια η ελπίδα κι οι νεκροί μπορούν να γείρουν στον πλευρό τους και να κοιμηθούν δίχως παράπονο ξέροντας πως δεν πήγε το αίμα τους του κάκου, είναι η ειρήνη. Ειρήνη είναι η μυρουδιά του φαγητού το βράδυ, τότε που το σταμάτημα του αυτοκινήτου στο δρόμο δεν είναι φόβος, τότε που το χτύπημα στην πόρτα σημαίνει φίλος, και το άνοιγμα του παραθύρου κάθε ώρα σημαίνει ουρανός, γιορτάζοντας τα μάτια μας με τις μακρινές καμπάνες των χρωμάτων του, είναι ειρήνη. Ειρήνη είναι ένα ποτήρι ζεστό γάλα κι ένα βιβλίο μπροστά στο παιδί που ξυπνάει, τότε που τα στάχυα γέρνουν το ‘να στ’ άλλο λέγοντας: το φως, το φως και ξεχειλάει η στεφάνη του ορίζοντα φως, είναι η ειρήνη. Τότε που οι φυλακές επισκευάζονται να γίνουν βιβλιοθήκες, τότε που ένα τραγούδι ανεβαίνει από κατώφλι σε κατώφλι τη νύχτα, τότε που τ’ ανοιξιάτικο φεγγάρι βγαίνει απ’ το σύγνεφο όπως βγαίνει απ’ το κουρείο της συνοικίας φρεσκοξυρισμένος ο εργάτης το Σαββατόβραδο, είναι η ειρήνη. Τότε που η μέρα που πέρασε, δεν είναι μια μέρα που χάθηκε, μα είναι η ρίζα που ανεβάζει τα φύλλα της χαράς μέσα στο βράδυ κι είναι μια κερδισμένη μέρα κι ένας δίκαιος ύπνος, που νιώθεις πάλι ο ήλιος να δένει βιαστικά τα κορδόνια του να κυνηγήσει τη λύπη απ’ τις γωνιές του χρόνου, είναι η ειρήνη. Ειρήνη είναι οι θημωνιές των αχτίνων στους κάμπους του καλοκαιριού είναι τ’ αλφαβητάρι της καλοσύνης στα γόνατα της αυγής. Όταν λες: αδελφές μου, – όταν λέμε: αύριο θα χτίσουμε. όταν χτίζουμε και τραγουδάμε, είναι η ειρήνη. Η ειρήνη είναι τα σφιγμένα χέρια των ανθρώπων είναι το ζεστό ψωμί στο τραπέζι του κόσμου είναι το χαμόγελο της μάνας Τίποτ’ άλλο δεν είναι η ειρήνη. Και τ’ αλέτρια που χαράζουν βαθιές αυλακιές σ’ όλη τη γη, ένα όνομα μονάχα γράφουν: Ειρήνη. Τίποτ’ άλλο. Ειρήνη. Πάνω στις ράγες των στίχων μου το τραίνο που προχωρεί στο μέλλον φορτωμένο στάρι και τριαντάφυλλα, είναι η ειρήνη. Αδέρφια, μες στην ειρήνη διάπλατα ανασαίνει όλος ο κόσμος με όλα τα όνειρά μας Δώστε τα χέρια αδέρφια μου, αυτό ‘ναι η ειρήνη. |
Οι Ελεύθεροι Πολιορκημένοι
|
Διονύσιος ΣολωμόςΧρήσιμοι σύνδεσμοι:
|
Οδυσσέας Ελύτης |
Άσμα ηρωικό και πένθιμο για το χαμένο ανθυπολοχαγό της Αλβανίας.
|
ΣαντορίνηΣκύψε αν θες στη θάλασσα τη σκοτεινή ξεχνώντας
τον ήχο μιας φλογέρας πάνω σε πόδια γυμνά που πάτησαν τον ύπνο σου στην άλλη ζωή τη βυθισμένη. Γράψε αν μπορείς στο τελευταίο σου όστρακο τη μέρα τ΄ όνομα τον τόπο και ρίξε το στη θάλασσα για να βουλιάξει. Βρεθήκαμε γυμνοί πάνω στην αλαφρόπετρα κοιτάζοντας τ’ αναδυόμενα νησιά κοιτάζοντας τα κόκκινα νησιά να βυθίζουν στον ύπνο τους, στον ύπνο μας. Εδώ βρεθήκαμε γυμνοί κρατώντας τη ζυγαριά που βάραινε κατά το μέρος της αδικίας. Φτέρνα της δύναμης θέληση ανίσκιωτη λογαριασμένη αγάπη στον ήλιο του μεσημεριού σχέδια που ωριμάζουν, δρόμος της μοίρας με το χτύπημα της νέας παλάμης στην ωμοπλάτη. στον τόπο που σκορπίστηκε που δεν αντέχει στον τόπο που ήτανε κάποτε δικός μας βουλιάζουν τα νησιά σκουριά και στάχτη. Βωμοί γκρεμισμένοι κι οι φίλοι ξεχασμένοι φύλλα της φοινικιάς στη λάσπη. Άφησε τα χέρια σου αν μπορείς, να ταξιδέψουν εδώ στην κόχη του καιρού με το καράβι που άγγιξε τον ορίζοντα. Όταν ο κάβος χτύπησε την πλάκα όταν η λόγχη χτύπησε το θώρακα όταν το μάτι γνώρισε τον ξένο και στέγνωσε η αγάπη μέσα σε τρύπιες ψυχές. Όταν κοιτάζεις γύρω σου και βρίσκεις κύκλο τα πόδια θερισμένα κύκλο τα χέρια πεθαμένα κύκλο τα μάτια σκοτεινά. Όταν δε μένει πια ούτε να διαλέξεις το θάνατο που γύρευες δικό σου, ακούγοντας μια κραυγή ακόμη και του λύκου την κραυγή, το δίκιο σου. Άφησε τα χέρια σου αν μπορείς να ταξιδέψουν ξεκόλλησε απ’ τον άπιστο καιρό και βούλιαξε, βουλιάζει όποιος σηκώνει τις μεγάλες πέτρες. |
Γιώργος Σεφέρης |
Κωνσταντίνος ΚαβάφηςΗ "Ιθάκη" σε απαγγελία Γ.ΒαλτινούΚαι ο Sean Connery απαγγέλλει "Ιθάκη" |
ΘερμοπύλεςΤιμή σ’ εκείνους όπου στην ζωήν των
ώρισαν και φυλάγουν Θερμοπύλες Ποτέ από το χρέος μη κινούντες δίκαιοι κι ίσιοι σ’ όλες των τες πράξεις, αλλά με λύπη κιόλας κι ευσπλαχνία. Γενναίοι οσάκις είναι πλούσιοι, κι όταν είναι πτωχοί, πάλιν εις μικρόν γενναίοι, πάλι συντρέχοντες όσο μπορούνε. Πάντοτε την αλήθεια ομιλούντες, πλην χωρίς μίσος για τους ψευδόμενους. Και περισσότερη τιμή τους πρέπει όταν προβλέπουν (και πολλοί προβλέπουν) πως ο Εφιάλτης θα φανεί στο τέλος, κι οι Μήδοι επιτέλους θα διαβούνε. ------------------------------------------------------------------------------- ΙθάκηΣα βγεις στον πηγαιμό για την Ιθάκη,
να εύχεσαι νάναι μακρύς ο δρόμος, γεμάτος περιπέτειες, γεμάτος γνώσεις. Τους Λαιστρυγόνας και τους Κύκλωπας, τον θυμωμένο Ποσειδώνα μη φοβάσαι, τέτοια στον δρόμο σου ποτέ σου δεν θα βρεις, αν μεν' η σκέψις σου υψηλή, αν εκλεκτή συγκίνησις το πνεύμα και το σώμα σου αγγίζει. Τους Λαιστρυγόνας και τους Κύκλωπας, τον άγριο Ποσειδώνα δεν θα συναντήσεις, αν δεν τους κουβανείς μες στην ψυχή σου, αν η ψυχή σου δεν τους στήνει εμπρός σου. Να εύχεσαι νάναι μακρύς ο δρόμος. Πολλά τα καλοκαιρινά πρωϊά να είναι που με τι ευχαρίστησι, με τι χαρά θα μπαίνεις σε λιμένας πρωτοειδωμένους, να σταματήσεις σ' εμπορεία Φοινικικά, και τες καλές πραγμάτειες ν' αποκτήσεις, σεντέφια και κοράλλια, κεχριμπάρια κ' έβενους, και ηδονικά μυρωδικά κάθε λογής, όσο μπορείς πιο άφθονα ηδονικά μυρωδικά, σε πόλεις Αιγυπτιακές πολλές να πας, να μάθεις και να μάθεις απ' τους σπουδασμένους. Πάντα στον νου σου νάχεις την Ιθάκη. Το φθάσιμον εκεί ειν' ο προορισμός σου. Αλλά μη βιάζεις το ταξείδι διόλου. Καλλίτερα χρόνια πολλά να διαρκέσει και γέρος πια ν' αράξεις στο νησί, πλούσιος με όσα κέρδισες στο δρόμο, μη προσδοκώντας πλούτη να σε δώσει η Ιθάκη. Η Ιθάκη σ'έδωσε τ' ωραίο ταξείδι. Χωρίς αυτήν δεν θάβγαινες στον δρόμο. Άλλα δεν έχει να σε δώσει πια. Κι αν πτωχική την βρεις, η Ιθάκη δε σε γέλασε. Έτσι σοφός που έγινες, με τόση πείρα, ήδη θα το κατάλαβες οι Ιθάκες τι σημαίνουν. |
ΠαλαμάςΗχήστε, οι σάλπιγγες... Καμπάνες βροντερές,
δονήστε σύγκορμη τη χώρα, πέρα ως πέρα... Βογκήστε, τύμπανα πολέμου...Οι φοβερές σημαίες, ξεδιπλωθείτε στον αέρα! Σ' αυτό το φέρετρο ακουμπά η Ελλάδα! Ένα βουνό με δάφνες αν υψώσουμε ως το Πήλιο κι ως την Όσσα, κι αν το πυργώσουμε ως τον έβδομο ουρανό, ποιον κλει, τι κι αν το πει η δικιά μου γλώσσα; Μα Εσύ, Λαέ, που τη φτωχή Σου τη μιλιά, Ήρωας, την πήρε και την ύψωσε ως στ' αστέρια, μεράσου τώρα τη θεϊκή φεγγοβολιά της τέλειας Δόξας Του, ανασήκωσ' Τον στα χέρια γιγάντιο φλάμπουρο, κι απάνω κι από μας που Τον υμνούμε, με καρδιά αναμμένη, πες μ' ένα μόνο ανασασμόν: "ο Παλαμάς!", ν' αντιβογκήσει τ' όνομά Του η Οικουμένη! Ηχήστε, οι σάλπιγγες... Καμπάνες βροντερές, δονήστε σύγκορμη τη χώρα, πέρα ως πέρα,... βογκήστε, βούκινα πολέμου! Οι ιερές σημαίες, ξεπηλωθείτε στον αέρα! Σ' αυτό το φέρετρο ακουμπά η Ελλάδα! Ένας λαός, σηκώνοντας τα μάτια του, τη βλέπει• κι ακέραιος φλέγεται ώσμε τα' άδυτο ο Ναός, κι από ψηλά νεφέλη Δόξας Τόνε σκέπει. Τι πάνωθέ μας, όπου ο άρρητος παλμός της αιωνιότητας αστράφτει, αυτή την ώρα Ορφέας, Ηράκλειτος, Αισχύλος, Σολωμός την άγια δέχονται ψυχή την τροπαιοφόρα, που, αφού το Έργο της θεμέλιωσε βαθιά στη γην αυτήν με μιαν ισόθεη Σκέψη, τον τρισμακάριο τώρα πάει ψηλά τον Ίακχο με του αθάνατους θεούς για να χορέψει. Ηχήστε οι σάλπιγγες... Καμπάνες βροντερές, δονήστε σύγκορμη τη χώρα, πέρα ως πέρα.... Βόγκα, Παιάνα! Οι σημαίες οι φοβερές, στης Λευτεριάς ξεδιπλωθείτε τον αέρα! |
Άγγελος ΣικελιανόςΠνευματικό εμβατήριοὈμπρὸς βοηθᾶτε νὰ σηκώσουμε τὸν ἥλιο πάνω ἀπ᾿ τὴν Ἑλλάδα,
ὀμπρός, βοηθᾶτε νὰ σηκώσουμε τὸν ἥλιο πάνω ἀπὸ τὸν κόσμο. Τὶ, Ἰδέτε· ἐκόλλησεν ἡ ρόδα του βαθειὰ στὴ λάσπη, κι ἄ, ἰδέτε χώθηκε τ᾿ ἀξόνι του βαθειὰ μέσ᾿ τὸ αἷμα. Ὀμπρός, παιδιά, καὶ δὲ βολεῖ μονάχος ν᾿ ἀνέβῃ ὁ ἥλιος, σπρῶχτε μὲ γόνα καὶ μὲ στῆθος νὰ τὸν βγάλουμε ἀπ᾿ τὴ λάσπη, σπρῶχτε μὲ στῆθος καὶ μὲ γόνα νὰ τὸν βγάλουμε ἀπ᾿ τὸ γαῖμα. Δέστε, ἀκουμπᾶμε ἀπάνω τοῦ ὁμοαίματοι ἀδελφοί του. Ὀμπρός, ἀδέλφια, καὶ μᾶς ἔζωσε μὲ τὴ φωτιά του, ὀμπρός, ὀμπρὸς κι ἡ φλόγα του μᾶς τύλιξε ἀδελφοί μου. |
Κώστας Βάρναλης |
|
Θανάσης Κυριαζής |
Τραγουδάς το χιόνι
Τραγουδάς το χιόνι από το σπίτι μέσα στη ζεστή σου γειτονιά; Να το τραγουδήσεις απ’ του αλήτη, αν μπορείς την ξέσκεπη γωνιά. Να το τραγουδήσεις με το χτίστη στ’ ανεμοδαρμένο του γιαπί με την εργατιά, γεμάτη πίστη που τους πάγους σπάει με το τσαπί. Να το τραγουδήσεις ζευγολάτης της κρουσταλλιασμένης γης σποριάς στα ψηλά γιδόστρατα αγωγιάτης, που στο χιόνι τα ’θαψε ο βοριάς. Να το τραγουδήσεις στο σοκάκι, σαν εμένανε, όπως, μια βραδιά, χιόνι από το τρύπιο μου σακάκι γέμιζε την άδεια μου καρδιά. |
Νυχτερινό άσυλο
Ακούω πως στη Νέα Υόρκη στη γωνιά του 26ου δρόμου και του Μπρόντγουεη ένας άνθρωπος στέκει κάθε βράδυ τους μήνες του χειμώνα και στους άστεγους ,που συνάζονται κει πέρα, άσυλο για τη νύχτα βρίσκει παρακαλώντας τους διαβάτες. Μ` αυτό, ο κόσμος δε θ` αλλάξει οι σχέσεις των ανθρώπων δε θα καλυτερέψουν η εποχή της εκμετάλλευσης δε θα συντομευτεί. Ωστόσο,μερικοί άνθρωποι έχουνε άσυλο για μια νύχτα δε θα τους δέρνει για μια νύχτα ο άνεμος το χιόνι που γι αυτούς προοριζόταν στο δρόμο θε να πέσει. Μην αφήσεις ακόμα το βιβλίο που διαβάζεις, άνθρωπε. Μερικοί άνθρωποι έχουνε άσυλο για μια νύχτα δε θα τους δέρνει για μια νύχτα ο άνεμος το χιόνι που γι αυτούς προοριζόταν στο δρόμο θε να πέσει. Αλλά μ`αυτό, ο κόσμος δε θ` αλλάξει οι σχέσεις των ανθρώπων δε θα καλυτερέψουν η εποχή της εκμετάλλευσης δε θα συντομευτεί. |
Μπέρτολτ Μπρεχτ |